Αναδημοσίευση από τον Ημερόδρομο
Γράφει ο Ανδρέας Δενεζάκης
Οι πρώτες
κρεμάλες στήνονται στην Αθήνα. Οι Ανατολικές Συνοικίες, Καισαριανή – Κουπόνια –
Ζωγράφου, δίνουν την πρώτη μάχη του ΕΛΑΣ στην Αθήνα
Από τους
πρώτους μήνες του 1944 οι εξελίξεις τρέχουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Ο ελληνικός
λαός έχει αρχίσει ήδη να ισχυροποιεί την Αντίστασή του. Στην Αθήνα από τα μέσα
του προηγούμενου χρόνου το ΕΑΜ οργανώνει τις πρώτες αξιόλογες ένοπλες ομάδες
του ΕΛΑΣ. Μετά τη Συνθηκολόγηση της Ιταλίας τον Σεπτέμβρη του 1943, οι Γερμανοί
υποχρεώνονται να εξοικονομήσουν στρατιωτικές δυνάμεις και ενισχύουν δραστικά
τα, δημιουργημένα τον Ιούλη του 1943, Τάγματα Ασφαλείας στα οποία αναθέτουν,
για λογαριασμό τους, τις εσωτερικές υποθέσεις, την αντιμετώπιση των
αντιστασιακών οργανώσεων και ιδιαίτερα του ΕΛΑΣ, τη συγκέντρωση, ακόμα και με
μπλόκα, εργατών για τα γερμανικά στρατιωτικά εργοστάσια, την αστυνόμευση
και την τήρηση της τάξης υπέρ των δυνάμεων κατοχής, σε συνεργασία με την
Αστυνομία και την Χωροφυλακή.
Οι Γερμανοί
ρίχνουν την προσοχή τους στα Δωδεκάνησα και στην αντιμετώπιση μιας πιθανής
απόβασης των συμμαχικών δυνάμεων στη Πελοπόννησο. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται
και το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων στις 13 Δεκέμβρη 1943 (στον καθαρισμό της
περιοχής από τους κομμουνιστές αντάρτες που στη κρίσιμη στιγμή της απόβασης θα
δημιουργούσαν σοβαρότατα προβλήματα στους Γερμανούς).
Τον Φλεβάρη
του 1944 οι Γερμανοί, εκκενώνουν το σχολείο του Βενιζέλου, απέναντι από την
Νήαρ Ηστ, που μέχρι τότε μια δύναμή τους στρατωνίζονταν εκεί. Η Καισαριανή
ανασαίνει ελεύθερα. Το ΕΑΜ κυριαρχεί στη συνοικία.
Αρκετές μέρες
πριν από την 25η Μάρτη, το ΕΑΜ, η ΕΠΟΝ, η Αλληλεγγύη, ολόκληρος ο λαός της
Καισαριανής, των Κουπονιών και του Ζωγράφου, ετοιμάζονται να γιορτάσουν την
εθνική επέτειο.
«Οι κύριες
ένοπλες δυνάμεις μας μπαίνουν σε επιφυλακή από το βράδυ της 24.3.44 και
παίρνουν τις θέσεις τους, βάσει του σχεδίου άμυνας της συνοικίας. Κάνουμε και
μερικές μικροαλλαγές στις θέσεις, για την καλύτερη περιφρούρηση της παρέλασης
και της γιορτής, που θα γινόταν στην Πλατεία της Καισαριανής, μπροστά στην
εκκλησία της ‘’Παναγίτσας’’ που γιόρταζε την ίδια μέρα.
«Ολόκληρη η
Καισαριανή είναι συγκεντρωμένη στην πλατεία και την εκκλησία. Χαίρονται γεμάτοι
αισιοδοξία κι ελπίδα για μια γρήγορη απελευθέρωση. Καμαρώνουν τα παλικάρια τους
που περνούν στητοί, περήφανοι, αποφασιστικοί. Εχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στους
ακρίτες – φρουρούς της συνοικίας. Δε λογαριάζουν τον εχθρό, τα τραγούδια του
αγώνα για τη λευτεριά και τα χωνιά, σκορπούν ρίγη ενθουσιασμού. Οι ΕΛΑΣίτες
γεμάτοι αυτοπεποίθηση περιμένουν να φανεί ο εχθρός. Είναι ασυγκράτητοι. Σήμερα
νιώθουν εκατό φορές πιο δυνατοί. Η παλλόμενη από πατριωτισμό και
αποφασιστικότητα Καισαριανή, τους διοχετεύει σαν εκκένωση ηλεκτρικού ρεύματος
μια πρωτόφαντη δύναμη, τους μεθάει και παρακαλούν να ’ρθει σήμερα ο εχθρός.
»Τελειώνει πια
η γιορτή και κατά το απομεσήμερο φάνηκαν στη λεωφόρο Υμηττού «μπουραντάδες»,
αλλά μόνο φάνηκαν. Με τις πρώτες ριπές εξαφανίστηκαν.»[1]
Το
χρονικό της εκτέλεσης
Την ίδια μέρα
η ΕΠΟΝ Καισαριανής – Ζωγράφου κάνει ανοιχτό έρανο στις συνοικίες. Ένα συνεργείο
της ΕΠΟΝ φτάνει στα Ιλίσια, στην διασταύρωση της οδού Παπαδιαμαντοπούλου με την
οδό Ξενίας και την οδό Μικράς Ασίας, στο ΑΛΕΞ. Το συνεργείο το αποτελούσαν
τρεις νεολαίοι ΕΠΟΝίτες, από τα Κουπόνια, ο Κώστας Αρμπιλιάς, ο Τάκης
Σάββας και ένας τρίτος. Το συνεργείο το συνόδευαν – περιφρουρούσαν
διακριτικά δυο ΕΛΑΣίτες.
Ξαφνικά ο
παραβρισκόμενος Αξιωματικός των Ταγμάτων Ασφαλείας, ο λοχαγός Κωνσταντίνος
Μανωλάκος, τομεάρχης της Χ Αμπελοκήπων, βγάζει το πιστόλι του,
ακινητοποιεί τους τρεις ΕΠΟΝίτες, αρχίζει να τους ρωτά, ποιοι είναι, τι κάνουν
εκεί και τους ζήταγε ταυτότητες. Ο Ταγματασφαλίτης φόραγε πολιτικά και
συνοδευόταν από την γυναίκα του και την κόρη του. Για αρκετή ώρα τους σημάδευε,
αμήχανα, περιμένοντας την πιθανή εμφάνιση Γερμανών, από την Παπαδιαμαντοπούλου,
για να συλλάβουν τους ΕΠΟΝίτες.
Ο ένας
ΕΛΑΣίτης που είχε την ευθύνη για την ασφάλεια της ομάδας, ο οποίος
παρακολουθούσε την εξέλιξη της κατάστασης από το απέναντι πεζοδρόμιο,
αποφασίζει να επέμβει δυναμικά και πυροβολώντας σκότωσε τον λοχαγό.
Η ομάδα
σκόρπισε αμέσως και γύρισε στα Ιλίσια μέσα από το ρέμα στο ύψος της Γέφυρας.
Λυσσαλέα η
αντίδραση των Γερμανών και των ντόπιων συνεργατών τους. Οι Γερμανοί προχωρούν
σε αντίποινα. Δυο μήνες νωρίτερα, οι γερμανοτσολιάδες είχαν συλλάβει τέσσερα
στελέχη κι έναν ακόμα αγωνιστή του κομματικού γραφείου των οργανώσεων του
ΚΚΕ στο νοσοκομείο Συγγρού, με μπλόκο, ύστερα από προδοσία κάποιου χαφιέ
νοσοκόμου. Δυο άλλα μέλη του Κομματικού Γραφείου κατάφεραν να ξεφύγουν.
Οι πέντε
αυτοί κομμουνιστές – στελέχη του νοσοκομείου Συγγρού, κρεμάστηκαν την αυγή
της Τετάρτης 5 Απρίλη 1944, στις πιπεριές της ίδιας
μικρής πλατείας στο ΑΛΕΞ.
Ο λαός
της περιοχής παρακολουθεί σαστισμένος το αποτρόπαιο έγκλημα. (Από το Λεύκωμα
του Βάσου Π. Μαθιόπουλου, ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΤΟΧΗΣ, Ερμής 1990).
Η διαταγή –
ανακοίνωση του Γερμανού αρχηγού των Ες Ες, Βάλτερ Σίμανα ήταν
η εξής:
«ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
του Ανωτάτου Αρχηγού των Ταγμάτων ασφαλείας και της Αστυνομίας Ελλάδος
Ως
Αντίποινα δια την κατά την 25.3.44 εν Αθήναις (Αμπελόκηποι) κατά του λοχαγού
των ευζώνων Κωνσταντίνου Μανωλάκου υπό κομμουνιστών διαπραχθείσαν δολοφονίαν,
διέταξα τον απαγχονισμόν εις τον τόπον του εγκλήματος των κάτωθι ιθυνόντων
κομμουνιστών:
1) Αχιλλ.
Πλατυμέση, γεν. 1907, ΚΚΕ αξιωματούχου.
2)
Επαμεινώνδα Βαμπούλη γεν. 1918. ΚΚΕ, ρήτορος και αρχηγού προπαγάνδας.
3)
Ευαγγέλου Στεργίου, γεν. 1896, ΚΚΕ αξιωματούχου.
4) Βλάσση
Αποστολάρη, γεν. 1923, ΕΑΜ γραμματέως ομάδος.
5) Βασιλείου
Μπακοπούλου, γεν 1903, ΕΑΜ, γραμματέως ομάδος.
Αι κατά των
ευζώνων γενόμεναι επιθέσεις θα τιμωρούνται εις το μέλλον κατά τον αυτόν τρόπον.
Ο Ανώτατος
Αρχηγός των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Αστυνομίας Ελλάδος».
Σε δυο δέντρα
πιο κει, στην ίδια πλατεία, είχαν κρεμάσει, όπως συνήθιζαν να κάνουν στις
περιπτώσεις που δεν είχαν στα χέρια τους, τους καταζητούμενους και
καταδικασμένους αγωνιστές, δυο άδειες αγχόνες με πινακίδες πάνω στις
οποίες έγραφαν:
«Γεώργιος
Σιδέρης:[2] – τον περιμένει η κρεμάλα» «Θανάσης
Νικολαΐδης – τον περιμένει η κρεμάλα»
Οι δυο
τελευταίοι είχαν καταφέρει να ξεφύγουν από το μπλόκο του νοσοκομείου Συγγρού
και έτσι δεν μπόρεσαν να τους πιάσουν. Και οι δυο ήταν μέλη του Γραφείου της
ΚΟΒ Καισαριανής.
Στο χώρο του
απαγχονισμού, από την αυγή της Τετάρτης 5 Απρίλη του 1944, είχε
τοποθετηθεί ένας λόχος γερμανοτσολιάδες – φρουροί που δεν επέτρεπαν στον κόσμο
να τους ξεκρεμάσει και να τους κηδέψει, μαζί με μια ομάδα τοποθετημένη στο
ύψωμα του Αγίου Γερασίμου.
Φωτογραφία
από την πλατεία με τους Πέντε Κομμουνιστές κρεμασμένους και έναν γερμανοτσολιά
φρουρό. Πρωινό της 5.4.1944, το παιδί με το ποδήλατο είναι ο Γιάννης Ζώρζος.
Βάσος Μαθιόπουλος, Εικόνες Κατοχής.
Οι
γερμανοτσολιάδες ήταν σκορπισμένοι μπουλούκια – μπουλούκια στα γύρω πεζοδρόμια
ενώ οι αξιωματικοί τους, προκλητικά, έπιναν τον καφέ τους σε ένα τραπεζάκι
καφενείου, κάτω από τα πτώματα των κρεμασμένων κομμουνιστών.
Για πρώτη φορά
στην Αθήνα στήθηκαν κρεμάλες. Οι Γερμανοί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους
πίστευαν ότι με αυτόν τον τρόπο θα τρομοκρατούσαν τον αθηναϊκό λαό, θα έσπαγαν
το αγωνιστικό του φρόνημα.
Κάτοικοι της
γειτονιάς και παιδιά από όλη την περιοχή μαζεύονται εκείνο το πρωινό και
παρακολουθούν το συγκλονιστικό θέαμα.
«Πηγαίνοντας
το πρωί, γύρω στις 8, στο σχολείο πέρασα από την πλατεία, εκεί στην Ξενίας, για
να πάω πίσω από το Μαιευτήριο Ελενας που ήταν το σχολείο μας. Είδα ξαφνικά κάτι
πόδια να αιωρούνται. Τρελάθηκα. Πήγα τρέχοντας στο σχολείο και το είπα στα
παιδιά. Γυρίσαμε όλοι μαζί στο σημείο εκείνο μαζί με τους καθηγητές. Όλοι
κοιτούσαν έντρομοι. Αρχικά μας είπαν ότι ήταν μαυραγορίτες και τους κρέμασαν
για παραδειγματισμό. Γρήγορα όμως μάθαμε ότι ήταν όμηροι κομμουνιστές που τους
έπιασαν στο μπλόκο του νοσοκομείου»[3].
Ο αντιστεκόμενος λαός δεν μπορούσε να αφήσει
αναπάντητη τη φρικιαστική πράξη.
Η πρώτη μάχη του ΕΛΑΣ της Αθήνας – Μάχη για
τους πέντε κρεμασμένους
Ο Επαμεινώντας Βαμπούλης, ο ένας από τους
πέντε κρεμασμένους κομμουνιστές, αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης
Το ίδιο πρωί, στις 10 η ώρα, κλιμάκιο της 6ης
Αχτίδας της ΚΟΑ του ΚΚΕ (η Αχτίδα των Ανατολικών Συνοικιών), περιμένει τον
Γραμματέα της Αχτίδας για μια προγραμματισμένη συνεδρίαση, στο προωθημένο
φυλάκιο του ΕΛΑΣ Καισαριανής στο κέντρο του Αλσους Κουπονίων. Ξαφνικά
εμφανίζεται βιαστικός ο Γραμματέας της 6ης Αχτίδας του ΚΚΕ, Αργύρης
(Κωτσάκης Βασίλης), και ανακοινώνει με συγκίνηση:
«Σύντροφοι, η συνεδρίαση ματαιώνεται.
Καθήκον μας να μην αφήσουμε αναπάντητους τους δολοφόνους των συναγωνιστών μας».
Ανασαλεύουν τα κορμιά, τα βλέμματα υγρά, γεμάτα
πυρετό, είναι αυτά που ρωτούνε «δηλαδή»; Η απάντηση είναι κοφτή, τέτοια που
απαιτούνε οι μεγάλες στιγμές.
«Να ξεχωθούν ό,τι όπλα
υπάρχουν, αυτόματα, μακρύκαννα, πιστόλια. Να καθαριστούν, να ετοιμαστούν. Να
ειδοποιηθούν οι δυνάμεις μας όλες. Σε μια ώρα χτυπάμε».[4]
Μέσα σε μια ώρα περίπου 20 μαχητές του ΕΛΑΣ και 6
της Εθνικής Πολιτοφυλακής, μαζί με τον γραμματέα της ΚΟΒ Καισαριανής,
Βασίλη, και την γραμματέα της ΚΟΒ Κουπονιών Ελένη (η ηθοποιός Ασπασία
Παπαθανασίου) τους γραμματείς των ΚΟΒ Καισαριανής και Κουπονιών και τον
καπετάνιο του Συντάγματος Λάμπρο (Θεόδωρο Αργυροηλιόπουλο) αποφασίζουν
σχέδιο επίθεσης:
- Το χτύπημα
θα γίνει το μεσημέρι στις 12 και 7΄ ακριβώς.
- Οι ελασίτες
θα χωριστούν σε τέσσερις ομάδες και θα προωθηθούν προς την πλατεία. Θα
βρίσκονται στις θέσεις τους στις 12 και 7΄. Με την πρώτη ριπή θα αρχίσει
σύγχρονο «μπαράζ» απ’ όλες τις κατευθύνσεις.
- Η ομάδα της
Εθνικής Πολιτοφυλακής θα προωθηθούν αργά προς το ύψωμα δίπλα στον Άγιο
Γεράσιμο για να χτυπήσουν την ομάδα των γερμανοτσολιάδων που βρίσκεται
εκεί και να κρατούν ελεύθερο το άλσος Κουπονίων, απ’ όπου θα υποχωρήσουν
μετά το χτύπημα οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προς την Καισαριανή.
Στο μεταξύ θα συνεχιστεί η κινητοποίηση και άλλων
ελασιτών στην Καισαριανή για να υποδεχτούν τις ομάδες μετά την υποχώρησή τους
και να τις καλύψουν μέχρι να φτάσουν στις παράγκες.
Το σχεδιάγραμμα με τις τρεις φάσεις της
μάχης των 5 κρεμασμένων (Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας – Ορέστη Μακρή — Παράρτημα ΙΙ)
Το σχέδιο ήταν καλό. Στην πράξη όμως μια συμπλοκή
με τρεις χαφιέδες, επτά λεπτά νωρίτερα, της ομάδας της Εθνικής
Πολιτοφυλακής, είχε σαν αποτέλεσμα να χαθεί ο αιφνιδιασμός.
Στις 12 ακριβώς η ομάδα της Πολιτοφυλακής κατά
την προώθησή της προς τον Αγιο Γεράσιμο συναντήθηκε, αναπάντεχα, με τρεις χαφιέδες
της Ειδικής Ασφάλειας, με πολιτικά. Όταν προσπάθησαν να κάνουν έλεγχο και
ζήτησαν ταυτότητες από τους Πολιτοφύλακες, στην άρνησή τους έβγαλαν πιστόλια
και άρχισαν να πυροβολούν, Οι πολιτοφύλακες αναγκάστηκαν να ανταποδώσουν τους
πυροβολισμούς. Δυο από τους χαφιέδες της Ειδικής Ασφάλειας έπεσαν νεκροί, ο
τρίτος κατάφερε και το ’σκασε.
«Όμως η σύγκρουση άρχισε από ανάγκη πλέον 7 λεπτά
πιο νωρίς απ’ την καθορισμένη ώρα.
»Οι τρεις ομάδες (της Παπαδιαμαντοπούλου – Ξενίας
, και λεωφόρου Ζωγράφου) δεν είχαν φτάσει ακόμη στις θέσεις τους. Η μόνη ομάδα
με επικεφαλής τον καπετάνιο λόχου της Κάτω Καισαριανής Ορέστη (Γιάννη Σταθάτο)
βρισκόταν αυτή τη στιγμή σε θέση βολής απ’ την οδό Μικράς Ασίας (κοντά στον
όρχο αυτοκινήτων). Ξεκίνησε το «μπαράζ» σύγχρονα με την Πολιτοφυλακή και
ξάπλωσε αρκετούς γερμανοτσολιάδες απ’ το μπουλούκι της πλατείας.
»Οι άλλες τρεις ομάδες, χτύπησαν κι αυτές χωρίς
όμως θετικά αποτελέσματα, μια και δεν ήταν ακόμη στη θέση τους.
Έτσι οι γερμανοτσολιάδες αιφνιδιάστηκαν, δεν
μπορούσαν να καταλάβουν τι συμβαίνει, πανικοβλήθηκαν και πηδούσαν σαν τους
λαγούς στο ρέμα του Ιλισσού (σήμερα λεωφόρος Μιχαλακοπούλου), κι από κει
βρέθηκαν αλαφιασμένοι στη λεωφόρο Κηφισίας, ως τον Ευαγγελισμό. Οι αξιωματικοί
τους με τη μισή δύναμη τσολιάδων ταμπουρώθηκαν και περίμεναν ενισχύσεις.
Τα τμήματά μας μετά το αιφνιδιαστικό χτύπημα υποχώρησαν αργά,
με προσοχή, μέσω του Αλσους Κουπονίων προς την Καισαριανή. Η ομάδα του Ζωγράφου
με τον Κώστα Καραβίδα, τον Νίκο Μαραμπότα, τον Νίκο Βασάλο και έναν ακόμα,
υποχωρούσε προς το κτήμα Ζωγράφου κι όταν πιέστηκε από τους γερμανούς, που
έφτασαν με αυτοκίνητα, έφυγε προς τα υψώματα του Υμηττού. Οι Γερμανοί τους
κυνήγησαν μέχρι το «Αστέρι»[5], αλλά δεν κατόρθωσαν να τους πιάσουν και γύρισαν
πίσω. Οι Αγγελος Ευαγγελάτος, Χρήστος Γιαννόπουλος και Γεράσιμος Μολφέτας της
ίδιας ομάδας καλύφθηκαν στου Ζωγράφου».[6]
Αμέσως μετά το αιφνιδιαστικό χτύπημα του ΕΛΑΣ,
άρχισαν να καταφθάνουν ενισχύσεις με αυτοκίνητα γεμάτα με άνδρες των Ταγμάτων
Ασφαλείας και Γερμανούς, οι οποίοι ξεκίνησαν σφοδρή αντεπίθεση προς το Αλσος
Κουπονίων – του Συγγρού, με κατεύθυνση τη Καισαριανή.
Τα ΕΛΑΣίτικα τμήματα υποχωρούσαν αργά και
πειθαρχημένα, ενισχυμένα και με άλλους ΕΛΑΣίτες από την Καισαριανή. Με εύστοχα
πυρά παρενοχλούσαν τους επιτιθέμενους και έτσι η επίθεσή τους εξελισσόταν αργά.
Όλη η δύναμη του 3ου τάγματος καλά ταμπουρωμένη
στις πρώτες παράγκες της Καισαριανής, σε όλο το μήκος της ρεματιάς, καθηλώνει
τους γερμανοτσολιάδες.
Ο σταθμός της Διοίκησης του Τάγματος μαζί με μια
ομάδα βρίσκονται στο καφενέ του «Κιορπέ», που ήταν και το Στρατηγείο του ΕΛΑΣ
Καισαριανής. Μια άλλη ομάδα του τάγματος φυλάει στο ύψος της λεωφόρου Υμηττού
τα πλευρά των ΕΛΑΣίτικων δυνάμεων.
Ο Γιάννης Ζώρζος, οκτώ χρόνων εκείνη την εποχή,
διηγείται στο βιβλίο του:
«Τα παιδιά της γειτονιάς ζούμε ένα πρωινό ένα
συγκλονιστικό θέαμα. Στις 5/4/1944 ακούστηκε ότι οι Γερμανοί κρεμάσανε πέντε
πατριώτες στην οδό Ξενίας και Μικράς Ασίας στα Ιλίσια. Με το φίλο μου, τον
Παύλο Τσατσαρολάκη και άλλα παιδιά πηγαίνουμε να δούμε τους κρεμασμένους. Το
θέαμα συγκλονιστικό.
Εκεί που κοιτούσαμε μικροί και
μεγάλοι τους κρεμασμένους, ξαφνικά αρχίζει ένα πιστολίδι από τον Άγιο Γεράσιμο.
Έχει κάνει επίθεση ο ΕΛΑΣ για να πάρει τους νεκρούς, τους οποίους φυλάγανε οι
συνεργάτες των Γερμανών, οι τσολιάδες, τα Τάγματα Ασφαλείας. Απέναντι στο λόφο
Καλαρίτη, οι ταγματασφαλίτες είχαν στήσει ένα πολυβόλο. Γίνεται χαμός. Να
πέφτουν οι σφαίρες βροχή. Εγώ με τον Παύλο φεύγουμε τρέχοντας προς το μέρος των
επιτιθεμένων γιατί τα σπίτια μας ήταν προς την κατεύθυνση του Αγίου Γερασίμου.
Τρέχοντας προς τον Άγιο Γεράσιμο, το πρώτο σπίτι που συναντάμε είναι του Προκοπίου.
Με δύναμη πέφτουμε πάνω στην πόρτα και αυτή υποχωρεί και ανοίγει. Όλη η
οικογένεια Προκοπίου είναι στο δάπεδο ξαπλωμένη για να αποφύγει τις αδέσποτες.
Το ίδιο κάνουμε και εμείς με την υπόδειξη του Προκοπίου. Μετά από μια ώρα και
ενώ είχαν σταματήσει οι πυροβολισμοί, χωρίς να πετύχουν τον σκοπό τους οι
επιτιθέμενοι Ελασίτες, φύγαμε με τον Παύλο για τα σπίτια μας με μεγάλη
προφύλαξη»[7].
Η εντοιχισμένη πλάκα του Δήμου Ζωγράφου,
στον τοίχο της πολυκατοικίας που βρίσκεται στη γωνία Ξενίας και
Παπαδιαμαντοπούλου.
Αυτή η πρώτη μάχη του ΕΛΑΣ της Αθήνας, άρχισε
στις 12 το μεσημέρι, συνεχίστηκε με επίθεση μιας διμοιρίας Γερμανών και ενός
Τάγματος ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας, οπλισμένων με αραβίδες και πολυβόλα,
στις 2 το μεσημέρι στη ρεματιά της Καισαριανής. Το σούρουπο η μάχη έληξε με την
αποχώρηση των γερμανοτσολιάδων, οι οποίοι δεν μπόρεσαν να μπουν στην
Καισαριανή, με εξαίρεση ένα μικρό κομμάτι, μεταξύ της δεξαμενής και του καφενέ
του «Κιορπέ», που μπήκαν στα πρώτα σπίτια και ξαναβγήκαν μετά από λίγο.
Στο μεταξύ η
Διοίκηση του Συντάγματος είχε κινητοποιήσει τους ένοπλους ΕΛΑΣίτες του ΙΙου
Τάγματος, που απόκρουσε με επιτυχία δύναμη γερμανοτσολιάδων από τους στρατώνες
Μαργαρίτη[8] και πολλούς
«παπαγιώργηδες», οι οποίοι προσπάθησαν πισώπλατα να χτυπήσουν την
Καισαριανή, από τον Βύρωνα – Παγκράτι προς το Σκοπευτήριο.
Αυτή η πρώτη
εκ παρατάξεως μάχη αναφέρεται σε ένα από τα λίγα ντοκουμέντα που περισώθηκαν,
στην επίσημη αναφορά υπ’ αριθ. 31 της 24.5.44, της Ιης ταξιαρχίας προς το Α΄
Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ. Για λόγους ασφαλείας σε αυτή την αναφορά δεν αναφέρονται
ονόματα, ούτε λεπτομέρειες για τις κινήσεις και τις δυνάμεις που διέθετε ο
ΕΛΑΣ:
«Ι
Ταξιαρχία Αριθ. 31
ΠΡΟΣ ΤΟ Α΄
ΣΩΜΑ ΣΤΡΑΤΟΥ
Την πρωίαν
της Τετάρτης, 5ης Απριλίου ε.έ. νέον τρομοκρατικόν μέτρον του κατακτητού και
των οργάνων του προκάλεσε την αγανάκτησιν του αγωνιζόμενου για την ζωήν και τη
λευτεριά του, λαού της Αθήνας.
Στην
διασταύρωση των Οδών (;;)[9] εκρέμασαν 5 αγωνιστές του λαού μας.
Αι
πολιτικαί οργανώσεις του Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου με τον ΕΛΑΣ της περιοχής
εκείνης, έλαβον την απόφασιν και οργάνωσαν αυθημερόν μαζικήν διαμαρτυρίαν του
λαού των γειτονικών συνοικισμών για το βδεληρό αυτό έγκλημα. Για να χτυπήσουν
την αγωνιστικήν αυτή εκδήλωση του λαού μας απεστάλησαν αμέσως ισχυραί δυνάμεις
γερμανοτσολιάδων – χαφιέδων και τμήματα της Ειδικής Ασφαλείας και περικύκλωσαν
τους συνοικισμούς Ζωγράφου – Κουπονίων – Καισαριανής καθ’ ήν στιγμήν άλλαι
δυνάμεις των επιχείρουν να διεισδύσουν από διάφορα σημεία προς το κέντρο των
συνοικισμών. Περί την 12.10 μεσημβρινήν ευκίνητα μικρά τμήματά μας σε
συνεργασία με μαχητικές ομάδες των πολιτικών μας οργανώσεων της περιοχής
εκείνης, που ήταν εν επιφυλακή για την περιφρούρηση της μαζικής ως άνω
εκδηλώσεως του λαού μας, αντιμετώπισαν με θάρρος και πίστη τους εχθρούς του
λαού, συγκρούονται μαζί τους και επιφέρουν εις τον εχθρόν μεγάλην φθοράν και
σύγχυση. Ένα τμήμα μας σε σκληρή και φονική σύγκρουση στο συνοικισμό Ζωγράφου,
έχει στο ενεργητικό του το φόνο δυο χαφιέδων της Ειδικής Ασφαλείας.
Ταυτόχρονα
άλλη μαχητική ομάς αποκρούει σε σκληρό αγώνα και εξαναγκάζει εις υποχώρησιν
δύναμιν των ταγμάτων ασφαλείας αφού ετραυμάτισε θανασίμως τον επικεφαλής
αξιωματικόν. Η προσπάθεια του εχθρού στρέφεται κυρίως κατά του συνοικισμού
Καισαριανής. Δύναμις 100 περίπου γερμανοτσολιάδων και της Ειδικής Ασφαλείας που
προσπαθεί να εισδύσει από την ανατολική πλευρά με βάση εξορμήσεώς της το εκεί
πλησίον άλσος, συγκρούεται με δυνάμεις δικές μας της Καισαριανής. Αι δυνάμεις
μας αυταί κατατετμημέναι εις μικράς ευκινήτους ομάδας δίδουν σκληράς μάχας,
διεκδικούν βήμα προς βήμα, τετράγωνο σπιτιών προς τετράγωνο, φράσσουν το δρόμο,
ανατρέπουν τα σχέδια του εχθρού να τρομοκρατήσουν τον λαό και να εκφυλίσουν την
αγωνιστική του προσπάθεια. Σκληραί μάχαι διαδέχονται η μια την άλλη μέσα στους
δρόμους της Καισαριανής. Επί πέντε συνεχείς ώρας (από 14.30΄- 19.30΄) ο εχθρός
δοκιμάζεται σκληρά, αντιμετωπίζει τα τμήματά μας με σύσσωμον συμμετοχήν των
οργανώσεών μας και του λαού της Καισαριανής – Ν. Ελβετίας – Γούβας.
Παραδείγματα
ηρωισμού και αυτοθυσίας έχομεν άφθονα. Προ της μεγαλειώδους αυτής αντιστάσεως
του λαού μας ο εχθρός εγκαταλείπει τα σχέδιά του και αποσύρει τας δυνάμεις περί
την 19.30΄ ώραν αφού υπέστη σοβαράς απωλείας (περί τους 15 νεκρούς και
τραυματίας) έναντι ιδικών μας 4 νεκρών μη οργανωμένων στον ΕΛΑΣ.
Εν αναμονή
νέας τρομοκρατικής ενεργείας της αντίδρασης κατά των ίδιων συνοικισμών τα
τμήματά μας ως και αι τοπικαί πολιτικαί οργανώσεις μας έμειναν εν επιφυλακή
καθ’ όλην την νύχτα. Ομάδες τινές παρέμειναν για την περιφρούρηση της
Καισαριανής και αι λοιπαί κατέλαβαν υψώματα του συνοικισμού Ν. Ελβετίας. Περί
την 2.30΄ πρωινήν ισχυραί δυνάμεις της αντίδρασης (τσολιάδες, χωροφύλακες και
χαφιέδες της Ειδικής) επιχείρησαν να κυκλώσουν τους συνοικισμούς Ν. Ελβετία και
Καισαριανή. Σημαντική δύναμις του εχθρού εδέχθη πυρά δια πιστολίων και
χειροβομβίδων από ενεδρεύον τμήμα μας και πριν φθάσει να αναπτυχθεί εδέχθη
πλευρικά πυρά δι’ οπλοπολυβόλου ετέρου τμήματός μας με αποτέλεσμα να τεθούν
εκτός μάχης 30 περίπου γερμανοτσολιάδες. Ο εχθρός ύστερα από το φονικό αυτό,
αιφνιδιαστικό χτύπημα, καίτοι ενισχύθη στο μεταξύ, δεν επιχείρησε να επιτεθεί
αλλ’ ηρκέσθη να καταλάβει θέσεις και να ερευνήσει την περιοχή δι’ ισχυρών
προβολέων. Τα τμήματά μας προ της αριθμητικής υπεροχής του εχθρού, απεσύρθησαν
εις παρακείμενον ύψωμα.
Την 8ην
Απριλίου σε μια τρομοκρατική τους επιδρομή στη συνοικία Αγ. Ιωάννου οι
γερμανοτσολιάδες κατακτηταί παίρνουν και πάλιν ένα σκληρό μάθημα και φονικό
δίδαγμα. Μια ομάδα μας περιφρούρησης συμπλέκεται με δύναμιν γερμανοτσολιάδων
και θέτει εκτός μάχης αρκετούς. Πανικοβλημένοι αποσύρονται στην περιοχή των
στρατώνων όπου τρομοκρατούν τον πληθυσμόν με ασκόπους πυροβολισμούς. Στη
συνοικία Χαροκόπου, την ίδια μέρα άλλη ομάς συγκρούεται με ομάδα Γερμανών με
αποτέλεσμα τον φόνο ενός και τον τραυματισμόν δυο εξ αυτών. Η νικηφόρος αυτή
αντίδραση του λαού μας συνταράσσει την αντίδραση, που με μεγαλύτερη λύσσα
εξαπολύει τα κακοποιά όργανά της κατά των συνοικισμών μας. ΕΛΑΣ και λαός
μάχεται συνεχώς κάθε μέρα και με αδάμαστη θέληση να ζήσει και να αντισταθεί στα
εξοντωτικά σχέδια του κατακτητή και των ντόπιων οργάνων του. Ψυχικόν σθένος
υπάρχει και καταλλήλως αναζωπυρούται. Απαιτούνται όμως και υλικά μέσα εκτός των
οικονομικών ιδία εις όπλα και πυρομαχικά τα οποία εξαντλήθηκαν. Επ’ αυτού
εφιστώμεν την προσοχήν υμών όπως λάβητε ιδιαιτέραν μέριμναν.
Αθήναι
24.5.1944
Πάτροκλος – Κοσμάς»[10]
Σ’
αυτή την πρώτη εκ παρατάξεως μάχη, ο ΕΛΑΣ νίκησε. Οι φονιάδες υποχρεώθηκαν να
κατεβάσουν τους πέντε κρεμασμένους. Η διαταγή του Σίμαναν να μείνουν επί τρεις
μέρες τα πτώματα στην κρεμάλα, για να τρομοκρατηθεί ο λαός, δεν εκτελέστηκε. Το
βράδυ της ίδιας μέρας οι ταγματασφαλίτες κατέβασαν τα νεκρά σώματα από τις
κρεμάλες και τα έθαψαν[11].
Τα Τάγματα Ασφαλείας και οι σημερινοί απόγονοί τους
(σε όλες τις αποχρώσεις) διαπνέονται από την ίδια απάνθρωπη και εγκληματική
ιδεολογία του φασισμού. Ο λαός μας όμως έχει και διατηρεί την ιστορική μνήμη
και την πείρα του από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Αντιφασιστική Νίκη.
*Το χαρακτικό που συνοδεύει το κείμενο είναι
του χαράκτη Γ. Μανουσάκη
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ – ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας – Ορέστη Μακρή –
«Σύγχρονη Εποχή» 1985, σελ. 45
[2] Ο Γιώργος Σιδέρης, γεννημένος στη
Σμύρνη το 1919, συνέχισε τη δράση του στην Αντίσταση της Καισαριανής, συνελήφθη
το 1946 και σε μια από τις στημένες δίκες κατά των αντιστασιακών καταδικάστηκε
σε 15ετή φυλάκιση. Αποφυλακίστηκε το 1960. Υπήρξε καταξιωμένος πεζογράφος και
ποιητής. Διετέλεσε Δημοτικός Σύμβουλος Καισαριανής για τρεις δεκαετίες κοντά
στον Παναγιώτη Μακρή. Πέθανε σε ηλικία 79 ετών στις 18.1.1998.
[3] Μαρτυρία Μιχάλη Τσολάκη, από το βιβλίο
της Κατερίνας Μπαλκούρα «Μέρες Κατοχής στην Αθήνα – (Ζωγράφου-Γουδί-Κουπόνια)»,
Εκδόσεις 24γράμματα, σε. 228
[4] Μαρτυρία του Μιχάλη Λιαρούτσου. «Ο ΕΛΑΣ
της Αθήνας», Ορέστη Μακρή – έκδοση «Σύγχρονη Εποχή» 1985, σελ. 47.
[5] Το «Αστέρι» είναι η Μονή Αστερίου, στον
Υμηττό, λίγο πιο πάνω από το Μοναστήρι της Καισαριανής, στην Καλοπούλα. Η Μονή
Αστερίου υπήρξε καταφύγιο των ΕΛΑΣιτών όσες φορές χρειάστηκε να υποχωρήσουν
προς τον Υμηττό.
[6] «Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας», Ορέστη Μακρή –
έκδοση «Σύγχρονη Εποχή» 1985, σελ. 49.
«Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», Βασίλη Γ. Μπαρτζιώτα – έκδοση
«Σύγχρονη Εποχή» 1984, σελ. 200 – 201.
[7] Ιωάννη Ζώρζου — «1809 – 2000 –
Ανατολικά της Αθήνας – τα ΚΟΥΠΟΝΙΑ», Αθήνα 2001, Εκδοση Γυμναστικού Αθλητικού
Συλλόγου «Ιλισός», σελ. 138 – 139.
[8] Το κτίριο «Μαργαρίτη», στο οποίο
στρατωνίζονταν δυο λόχοι Ταγμάτων Ασφαλείας, ήταν ιδιοκτησία της Τραπέζης
Εργασίας, μεταξύ του Αγίου Παντελεήμονα και της οδού Αναπαύσεως, επί της
σημερινής λεωφόρου Καλλιρρόης.
[9] Δεν αναφέρονται, αλλά εννοούνται οι
οδοί Ξενίας – Παπαδιαμαντοπούλου – Μικράς Ασίας και λεωφόρος Ζωγράφου.
[10] Είναι τα ψευδώνυμα του διοικητή και
καπετάνιου της Ιης ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ της Αθήνας. Τα πραγματικά τους ονόματα
είναι αντισυνταγματάρχης Δεληβοριάς Στάθης (Πάτροκλος) και Λογοθέτης Γιάννης
(Στάθης).
[11] Το μέρος που θάφτηκαν οι πέντε
αγωνιστές παραμένει άγνωστο. Το πιθανότερο είναι να έχουν ταφεί στο Γ΄
Νεκροταφείο, όπου πήγαιναν τους εκτελεσμένους. Ωστόσο υπάρχουν ακούσματα από
την εποχή που αναφέρουν σαν τόπο ταφής το Νεκροταφείο της Καισαριανής, το
Νεκροταφείο Ζωγράφου, εκείνο της Νέας Σμύρνης, ακόμα (πράγμα απίθανο) και το
παρκάκι του Αγίου Γερασίμου.