H παγκόσμια
οικονομία πλήττεται από πολλούς αντίθετους ανέμους και το σκηνικό είναι
εύθραυστο, με τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων να βρίσκονται σε υψηλά πολλών
ετών σε όλο τον κόσμο, σημειώνει η Deutsche Bank στη νέα της έκθεση για τις
παγκόσμιες προοπτικές. Τα γεωπολιτικά ζητήματα παραμένουν επίσης στο επίκεντρο,
όπως προσθέτει. Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας συνεχίζεται, χωρίς εμφανή
σημάδια τερματισμού. Οι εντάσεις στη Μέση Ανατολή επανεμφανίστηκαν και οι
σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας δείχνουν ελάχιστα σημάδια βελτίωσης. Η εσωτερική
πολιτική θα έρθει επίσης σύντομα στο προσκήνιο τους επόμενους μήνες, με τους
εκλογικούς κύκλους να ξεκινούν στις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
"Έχουμε
φτάσει πλέον σε μια αποφασιστική στιγμή για την οικονομία και τις αγορές",
τονίζει η γερμανική τράπεζα. Οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες πιθανότατα έχουν
φτάσει στα τερματικά τους επιτόκια και τα αποτελέσματα της αυστηρότερης
νομισματικής πολιτικής συνεχίζουν να γίνονται αισθητά με καθυστέρηση. Με τη
σειρά τους, οι αγορές γνώρισαν μία από τις πιο απότομες αυξήσεις στο μακροπρόθεσμο
κόστος δανεισμού εδώ και δεκαετίες και οι αποδόσεις έχουν ξεφύγει πλέον από τα
όρια της bull market που συνεχιζόταν από τη δεκαετία του 1980. Ενώ μια ομαλή
προσγείωση της οικονομίας φαίνεται πιο πιθανή οι κίνδυνοι ενός νέου ατυχήματος
αυξάνονται. "Οι επόμενοι μήνες θα αποδειχθούν κρίσιμοι", όπως
επισημαίνει η Deutsche Bank.
Οι
οικονομολόγοι της αναμένουν ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα κινηθεί στο 3,0% το
2023 και στο 2,7% το 2024.
Οι ΗΠΑ θα
επιβραδυνθούν πριν εισέλθουν σε ύφεση το δ’ τρίμηνο του 2023, με την ανάπτυξη
στο 2,3% το 2023 και στο 0,6% το 2024.
Η ευρωζώνη
αναμένεται να αποφύγει την ύφεση στο δεύτερο εξάμηνο, σημειώνοντας ανάπτυξη
0,4% το 2023 και 0,5% το 2024. Μια μικρή συρρίκνωση του ΑΕΠ το γ΄ τρίμηνο
φαίνεται πλέον πιθανή και μια ήπια ύφεση το β΄ εξάμηνο δεν μπορεί να
αποκλειστεί. "Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι οι γενικά στάσιμες
συνθήκες ανάπτυξης που βίωσε η ζώνη του ευρώ από τον περασμένο χειμώνα μπορούν
να επιμείνουν μέχρι τα μέσα του 2024 προτού στη συνέχεια επικρατήσει η
ανάκαμψη", σημειώνει η D.B. Διάφοροι παράγοντες μπορεί να βοηθήσουν την
περιοχή να αποφύγει την πλήρη ύφεση προς το παρόν.
Η μείωση του
πληθωρισμού θα αυξήσει το πραγματικό εισόδημα, ενώ αρκετά στοιχεία δείχνουν
επίσης μια χαλάρωση των πιέσεων, ενώ το σημείο μέγιστης μετάδοσης της
νομισματικής σύσφιξης θα είναι στο τρέχον β’ εξάμηνο του 2023.
Σε ό,τι αφορά
τα επιτόκια, η Deutsche Bank εκτιμά πως η Fed δεν θα προχωρήσει σε νέα αύξηση
και πως το τελικό της επιτόκιο είναι το 5,375%. Ωστόσο, υπάρχουν κίνδυνοι νέας
αύξησης ή αυξήσεων τους επόμενους μήνες, εάν ο πληθωρισμός ενισχυθεί πριν
υπάρξουν σαφείς αρνητικές ενδείξεις από το μέτωπο της ανάπτυξης και της αγοράς
εργασίας. Το επόμενο έτος, η D.B. αναμένει ότι η Fed θα μειώσει τα επιτόκια
περισσότερο από ό,τι αποτιμάται, ξεκινώντας από τον Ιούνιο του 2024, με τη
συνολική μείωση το επόμενο έτος να διαμορφώνεται στις 175 μονάδες βάσης.
Η γερμανική
τράπεζα δεν βλέπει περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων ούτε από την ΕΚΤ, με το
τελικό επιτόκιο να είναι στο 4%. Μια πλήρης ύφεση θα αποφευχθεί και η πεποίθηση
για τη διαρκή επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο θα αργήσει να οικοδομηθεί,
με την "παύση" της ΕΚΤ να είναι εκτεταμένη καθώς η πρώτη μείωση των
επιτοκίων δεν θα έλθει πριν τον Σεπτέμβριο του 2024. Με τα επιτόκια πολιτικής
να παραμένουν σε περιοριστικό έδαφος, είναι δυνατό να υπάρξει μεγαλύτερο QT το
2024 -2025, εάν δεν υπάρξει κάποια σημαντική αναταραχή στην αγορά ομολόγων.
Σε ό,τι αφορά
τις αγορές, η Deutsche Bank εκτιμά πως τα risk assets θα δυσκολευτούν το πρώτο
εξάμηνο του 2024, δεδομένης της ήπιας ύφεσης στις ΗΠΑ. Βραχυπρόθεσμα, με έναν
αριθμό πιθανών αρνητικών καταλυτών, όπως η απογοήτευση στο μέτωπο της ανάπτυξης
και καμία θετική έκπληξη από τον πληθωρισμό, η διόρθωση που βρίσκεται σε
εξέλιξη μπορεί να παραταθεί. Μέχρι το τέλος του έτους, η άποψή της παραμένει
ότι θα υπάρξει ένα γρήγορο sell-off και θα ακολουθήσει το ριμπάουντ, αφήνοντας
τον S&P 500 κοντά στα τρέχοντα επίπεδα, με στόχο στο τέλος του έτους τις
4.500 μονάδες.