Τα κράτη-μέλη
της ΕΕ προσπαθούν να αποτρέψουν τις αυξήσεις-ρεκόρ στις τιμές της ενέργειας.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν διαφαίνεται κοινή γραμμή.
Μόνο τον
Σεπτέμβριο οι τιμές καταναλωτή για το φυσικό αέριο αυξήθηκαν κατά 17%.
Αυτές τις
ημέρες πολλές οικογένειες βρίσκουν στο γραμματοκιβώτιό τους μία επιστολή, στην
οποία ο πάροχος ηλεκτρικού ρεύματος ή φυσικού αερίου ενημερώνει για σημαντικές
αυξήσεις στα ποσά που καλούνται να προπληρώσουν για τη θέρμανση του χειμώνα.
Δεν πρόκειται
για κεραυνό εν αιθρία.
Από την άνοιξη
ήταν εύκολο να προβλέψει κανείς ότι η αυξημένη ζήτηση, η μείωση της παραγωγής
στην Ολλανδία, τα χαμηλά αποθέματα στην ΕΕ και η ρωσική «εγκράτεια» στην
προμήθεια αερίου θα οδηγούσαν σε αύξηση των τιμών.
Το καλοκαίρι
υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της ΕΕ έκαναν λόγο για προσωρινό φαινόμενο.
Τώρα όμως, που
οι συνέπειες γίνονται αισθητές στο πορτοφόλι των Ευρωπαίων, οι αρμόδιοι
υπουργοί στην ΕΕ αποφάσισαν να σημάνουν συναγερμό.
Στην πρώτη
γραμμή Γαλλία και Ελλάδα
«Αυτές οι
τιμές δεν αντέχονται» δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ στην
τελευταία συνάντηση με τους Ευρωπαίους ομολόγους του στο Λουξεμβούργο, ενώ από
την πλευρά του ο Γάλλος ευρωβουλευτής Πασκάλ Κανφέν προειδοποιεί ότι
οι αυξήσεις στην ενέργεια μπορούν να πυροδοτήσουν ένα νέο «κίνημα των Κίτρινων
Γιλέκων».
Άλλωστε οι
πρώτες πορείες του κινήματος στη Γαλλία είχαν ξεκινήσει ως αντίδραση στη
φορολογική επιβάρυνση του πετρελαίου ντίζελ.
Τόσο ο Λεμέρ
όσο και οι ομόλογοί του από την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα ζητούν τώρα
κρατική παρέμβαση για να σταθεροποιηθούν οι τιμές.
Ισπανία και
Ιταλία προτείνουν κρατική επιδότηση για τους οικονομικά ασθενέστερους.
Η γαλλική
κυβέρνηση εξετάζει την επιβολή «πλαφόν» στις τιμές της ενέργειας μέχρι την
άνοιξη.
Μερικές από
τις χώρες του Νότου προτείνουν κοινή αγορά φυσικού αερίου από τα ενδιαφερόμενα
κράτη-μέλη, με προφανή στόχο τη μείωση του κόστους, άλλες χώρες προτιμούν
αντισταθμιστικές εισφορές από τον κοινοτικό προϋπολογισμό ή ακόμη και νέο
δανεισμό.
Η Γερμανία,
που διαθέτει τη μεγαλύτερη αγορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη, τηρεί στάση
αναμονής.
Στο Βερολίνο
εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών δηλώνει ότι οι αυξήσεις αποτελούν
συγκυριακό και παροδικό φαινόμενο, το οποίο θα διευθετήσουν οι δυνάμεις της
αγοράς τους επόμενους μήνες.
«Ακόμη δεν
έχουμε πάρει αποφάσεις» επιμένει η Φινλανδέζα υπουργός Οικονομικών Ανίκα
Σααρίκο, η οποία επίσης εκφράζει επιφυλάξεις για πιθανή παρέμβαση του κράτους
στην αγορά ενέργειας.
Νέα εργαλεία
παρέμβασης
Σύμφωνα με τον
Ιταλό Επίτροπο Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι η Κομισιόν προωθεί μία
«εργαλειοθήκη», την οποία θα γνωστοποιήσει σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Μία από τις
προτάσεις που εξετάζονται είναι η κοινή αγορά ενέργειας από τα κράτη-μέλη.
«Σε κάθε
περίπτωση δεν μιλάμε πλέον για απλές και παραδοσιακές λύσεις», τονίζει ο
Τζεντιλόνι, «γι αυτό θα χρειαστούμε περισσότερο χρόνο».
Το ζήτημα
συζητήθηκε και στο δείπνο των ηγετών την παραμονή της συνόδου κορυφής
ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων, με την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να
επισημαίνει ότι η παγκόσμια ζήτηση για φυσικό αέριο έχει αυξηθεί, ενώ η
προσφορά παραμένει στάσιμη.
«Είμαστε
ευγνώμονες που η Νορβηγία θέλει να αυξήσει την παραγωγή της, αλλά δεν φαίνεται
να συμβαίνει το ίδιο και με τη Ρωσία», τονίζει η πρόεδρος της Επιτροπής.
Η ίδια
πιστεύει ότι η τιμή του φυσικού αερίου πρέπει να αποσυνδεθεί από εκείνη του
ηλεκτρικού ρεύματος.
Παράλληλα η
Κομισιόν επιθυμεί να αυξήσει το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στη συνολική
παραγωγή ενέργειας, ενώ δεν σκοπεύει να μειώσει τις τιμές για τους
υδρογονάνθρακες και άλλους ρυπαντές που εκλύουν διοξείδιο του άνθρακα και
συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.
«Μην περιμένετε
να γίνει επανάσταση σε αυτόν τον τομέα», ξεκαθαρίζει ο Επίτροπος Τζεντιλόνι.
Η ΕΕ ως σύνολο
επιμένει στην τήρηση του Green Deal για να επιτύχει τους φιλόδοξους κλματικούς
στόχους που έχει εξαγγείλει.
Την ίδια
στιγμή ωστόσο τίποτα δεν απαγορεύει στις εθνικές κυβερνήσεις να μειώσουν άλλους
φόρους ή επιβαρύνσεις στην ενέργεια, για παράδειγμα το πάγιο τέλος για την
ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών (ΕΕG Umlage) που ισχύει στη Γερμανία.
Η Γαλλία δεν
χάνει την ευκαιρία να διαφημίσει την πυρηνική ενέργεια, η οποία, σύμφωνα
με τον Μπρούνο Λεμέρ είναι κατ΄εξοχήν «βιώσιμη» και «φιλική προς το
περιβάλλον», καθώς δεν εκλύει διοξείδιο του άνθρακα, ενώ γίνεται όλο και πιο
φθηνή σε σύγκριση με το φυσικό αέριο.
Μπορεί όμως να
θεωρείται βιώσιμη η ενέργεια που παράγεται από ουράνιο, όταν ακόμη και σήμερα
δεν έχει βρεθεί λύση για την αποθήκευση των πυρηνικών αποβλήτων;
Ο ρόλος της
Ρωσίας
Με τα σημερινά
δεδομένα η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου στην ΕΕ, καθώς
παράγει το 37% της εισαγόμενης ποσότητας.
Οι Ρώσοι
τηρούν τα συμπεφωνημένα στα συμβόλαια που έχουν υπογράψει, αλλά δεν φαίνονται
διατεθειμένοι να αυξήσουν την ποσότητα που προμηθεύουν.
Μία πιθανή
-αλλά όχι βέβαιη- ερμηνεία, επισημαίνουν Ευρωπαίοι διπλωμάτες είναι ότι κατ’
αυτόν τον τρόπο θέλουν να υπενθυμίσουν την εξάρτηση της Ευρώπης από
το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ο
διαμφισβητούμενος αγωγός Nord Stream 2, που έχει ολοκληρωθεί και βρίσκεται σε
φάση δοκιμών, δεν πρόκειται να τεθεί σε λειτουργία παρά μόνο αφού περάσουν
τέσσερις μήνες από την πιστοποίησή του από τις αρμόδιες γερμανικές Αρχές.
Πάντως ο
εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πέσκοφ διαψεύδει τα σενάρια για
τακτικούς ελιγμούς της Μόσχας στην ενεργειακή πολιτική.
«Η Gasprom
θέλει να συνάψει και άλλα συμβόλαια για την προμήθεια φυσικού αερίου», διαβεβαιώνει.
Το απόγευμα
της Τετάρτης και ο ίδιος ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλάντιμιρ Πούτιν δήλωσε
ότι είναι διατεθειμένος να αυξήσει τις ποσότητες φυσικού αερίου που
διοχετεύονται στην Ευρώπη.
Πηγή: Deutsche
Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου