Τετάρτη 2 Μαρτίου 2022

«Ηθελαν κάποιον να συλλάβουν»

 

Από τη συνέντευξη Τύπου που είχε δοθεί ενόψει της δίκης των τεσσάρων κατηγορουμένων για τη συμμετοχή τους στην πορεία του Πολυτεχνείου το 2020

EUROKINISSI/ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ

Αποκαλυπτικές οι καταθέσεις των μαρτύρων για τη βία που υπέστησαν οι 4 συλληφθέντες και κατηγορούμενοι που συμμετείχαν στην πορεία του Πολυτεχνείου το 2020. ● Περιέγραψαν πώς οι αστυνομικοί σκόρπισαν τον τρόμο και τον φόβο, ενώ όλοι υπογράμμισαν πως δεν υπήρξε καμία πρόκληση ή επιθετική ενέργεια.

Το εφιαλτικό κλίμα καταστολής και αστυνομικής βίας στο δεύτερο κύμα της πανδημίας το φθινόπωρο του 2020, πριν αλλάξει άρδην γραμμή η κυβέρνηση την άνοιξη του 2021, μετά τις μαζικές διαδηλώσεις για το όργιο καταστολής στη Νέα Σμύρνη, αναβίωσε χτες στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών στην Ευελπίδων.

Στο εδώλιο κάθονταν τέσσερις συλληφθέντες σε άλλη μια ειρηνική γειτονιά, τα Σεπόλια, που γνώρισε πρωτοφανείς εικόνες καταστολής λίγο μετά τη λήξη της ειρηνικής συγκέντρωσης για την επέτειο του Πολυτεχνείου στις 17 Νοεμβρίου 2020. Πρόκειται για τους φοιτητές Ορέστη και Λυδία Καττή και Νικόλα Καβακλή και τον εργαζόμενο Μάκη Λιβάνη, μέλη του Νέου Αριστερού Ρεύματος-ΝΑΡ, που όχι μόνο δέχτηκαν βίαιη αστυνομική επίθεση αλλά και βρέθηκαν να κατηγορούνται κατά περίπτωση για βία κατά υπαλλήλων, σωματική βλάβη, απόπειρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης, εξύβριση, απόπειρα ελευθέρωσης κρατουμένου και διατάραξη λειτουργίας υπηρεσίας.

Οι κατηγορίες αποτελούν μια πλήρως αντεστραμμένη εικόνα των γεγονότων που διηγήθηκαν αναλυτικά στο δικαστήριο οι αυτόπτες μάρτυρες. Ο ένας μετά τον άλλον περιέγραψαν πώς αμέσως μετά τη λήξη της συγκέντρωσης, όταν ο περισσότερος κόσμος είχε μπει στον σταθμό του μετρό στα Σεπόλια για να φύγει, μια μηχανοκίνητη ομάδα ΔΡΑΣΗ εμφανίστηκε από το πουθενά και όρμησε με μεγάλη ταχύτητα κατευθείαν πάνω στους λίγους εναπομείναντες, σκορπώντας τον φόβο και τον τρόμο, ενώ προστέθηκαν και αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ. Κάποιοι βρήκαν καταφύγιο στα σούπερ μάρκετ, άλλοι άρχισαν να τρέχουν προς τα αυτοκίνητα και τα σπίτια τους, ενώ ανάστατοι κάτοικοι από τα μπαλκόνια φώναζαν στους αστυνομικούς να σταματήσουν.

Το σπίτι του Ορέστη Καττή ήταν σε κοντινή απόσταση και οι αστυνομικοί τον πρόλαβαν στην είσοδο της πιλοτής την ώρα που ετοιμαζόταν να ξεκλειδώσει και του πέρασαν χειροπέδες, ενώ χτυπούσαν με κλομπ τους παρευρισκόμενους και έβριζαν χυδαία την αδελφή του και τη μητέρα του, την οποία έριξαν κάτω, φωνάζοντας «πουτανάκι, θα σε γαμήσουμε».

Οι κατηγορίες αποτελούν μια πλήρως αντεστραμμένη εικόνα των γεγονότων που διηγήθηκαν αναλυτικά στο δικαστήριο οι αυτόπτες μάρτυρες

«Η αστυνομία ήθελε κάποιον να συλλάβει για να δικαιολογήσει την παρουσία της. Θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε. Έτυχε να είναι αυτός επειδή το σπίτι του ήταν κοντά», κατέθεσε μάρτυρας.

«Στα καλά καθούμενα; Αντιλαμβάνεστε ότι μου λέτε ότι οι αστυνομικοί τον συνέλαβαν χωρίς να έχει κάνει κάτι;» ρώτησε η πρόεδρος, προκαλώντας αυθόρμητο μειδίαμα στο ακροατήριο, ανθρώπους με μακρά εμπειρία από διαδηλώσεις και απρόκλητη αστυνομική βία.

«Δεν είναι η πρώτη φορά που ενεργεί έτσι η αστυνομία», απάντησε ο μάρτυρας. Όλοι οι μάρτυρες υπογράμμισαν ότι δεν υπήρξε καμία πρόκληση ή επιθετική ενέργεια προς τους αστυνομικούς, επιβεβαιώνοντας τα βίντεο και τις φωτογραφίες που αποτυπώνουν την απρόκλητη επίθεση. «Προσπαθήσαμε να κάνουμε την επίθεση κοινωνικό γεγονός, τραβώντας βίντεο και φωνάζοντας συνθήματα», κατέθεσε άλλη μάρτυρας, συναγωνίστρια και παιδική φίλη των δύο αδελφών, η οποία σημείωσε πως στις διαμαρτυρίες της απάντησε αστυνομικός με το χυδαίο «φύγε από δω, μωρή άπλυτη, βρομάει το μουνί σου», ενώ άλλοι επαναλάμβαναν το σύνθημα «Αίμα, τιμή».

Απαντώντας στις ερωτήσεις της έδρας και των συνηγόρων υπεράσπισης Αντωνίας Λεγάκη, Παλαιολόγου Παλαιολόγου και Παναγιώτη Σκαρογιάννη, οι μάρτυρες κατέθεσαν πως άκουσαν τον υπεύθυνο αξιωματικό του τμήματος Κολωνού να διαβεβαιώνει τον πατέρα του Ορέστη ότι πρόκειται για απλή προσαγωγή και ότι όλα θα λυθούν στο αστυνομικό τμήμα. Αλλά ο φοιτητής μεταφέρθηκε μυστικά στη ΓΑΔΑ, ενώ έξω από το αστυνομικό τμήμα περίμενε ο πατέρας και προσπαθούσε να ηρεμήσει, όταν δέχτηκε δυνατό χτύπημα από αστυνομικό με το γόνατο ψηλά στο στέρνο, που τον έριξε στο έδαφος.

Ο εντατικολόγος Μιχάλης Ρίζος, διευθυντής του ΕΣΥ στο Αττικό Νοσοκομείο και πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων, που πήρε ομόφωνα απόφαση να συμμετάσχει στη διαδήλωση, κατέθεσε πως είδε τον πατέρα να σφαδάζει, πως οι αστυνομικοί καθυστέρησαν την αναχώρηση του ασθενοφόρου, «καθυστέρηση που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία» και πως ο πατέρας νοσηλεύτηκε στον «Ευαγγελισμό» με ευρήματα που δείχνουν ισχαιμικό επεισόδιο ή θλάση του μυοκαρδίου από το χτύπημα. Ο εντατικολόγος γλίτωσε ο ίδιος τη σύλληψη πιθανότατα λόγω της ιδιότητάς του, όταν ακούστηκε να τηλεφωνεί στον λοιμωξιολόγο Σωτήρη Τσιόδρα για να διαμαρτυρηθεί.

Ως προς την απαγόρευση των συγκεντρώσεων για την επέτειο του Πολυτεχνείου λόγω τάχα της πανδημίας, οι μάρτυρες κατέθεσαν ότι τη συγκέντρωση την εγγυήθηκε η παρουσία της αστυνομίας, η οποία επιτέθηκε μόνο μετά τη λήξη της, ενώ σήμερα, με πολλαπλάσια κρούσματα και νεκρούς λόγω της πανδημίας, δεν υπάρχει απαγόρευση συγκεντρώσεων.

Η υπεράσπιση υπενθύμισε και την κυνική ομολογία του τότε υπουργού Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ότι ο ιός δεν μεταδίδεται σε ανοιχτό χώρο. «Η απαγόρευση ήταν προσχηματική, μη σύννομη και αντισυνταγματική, το είπε και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Είχαμε υποχρέωση να υπερασπιστούμε τα δημοκρατικά και εργατικά δικαιώματα και να διαμαρτυρηθούμε για την καταστατική, φασιστική και έμφυλη βία που θέριευε», σημείωσαν μάρτυρες.

Δημήτρης Αγγελίδης

 

ΔΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΞΥΛΟΔΑΡΜΟ ΣΤΑ ΣΕΠΟΛΙΑ

Επιβεβαιώνεται η βάρβαρη συμπεριφορά των αστυνομικών

Συνεχίστηκε χτες η δίκη των φοιτητών Ορέστη Κατή, της αδερφής του Λύδιας, του φίλου τους Ν. Καβακλή και ενός οικογενειακού φίλου, που ξυλοκοπήθηκαν από τις ομάδες «Δράση» και ΔΙ.ΑΣ. της αστυνομίας, στις 17 Νοέμβρη του 2020 στα Σεπόλια, έξω από το σπίτι τους. Οι νέοι κατηγορούνται μεταξύ άλλων για παραβίαση μέτρων της πανδημίας (με αυτό το πρόσχημα η κυβέρνηση είχε επιχειρήσει τότε να απαγορεύσει την πορεία του Πολυτεχνείου) και φτάνουν μέχρι επικίνδυνη σωματική βλάβη και αντίσταση κατά της αρχής. Εκείνη τη μέρα υπήρξε άγρια κατασταλτική επίθεση της αστυνομίας στις διαδηλώσεις. Ηδη το κατηγορητήριο με τη σωρεία ψεμάτων και ανακριβειών από τους αστυνομικούς έχει αποδομηθεί με τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων.

Και χτες αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν για τη στάση της αστυνομίας. Σύμφωνα μάλιστα με την κατάθεση της γιατρού Ζορμπάκη, ομάδα αστυνομικών εμφανίστηκε ξαφνικά και προσπάθησαν να πέσουν με τις μηχανές πάνω στο πλήθος των συγκεντρωμένων που έτρεχαν για να σωθούν, ενώ η ίδια παρότι έλεγε πως είναι γιατρός και ζητούσε να αφαιρεθούν οι χειροπέδες από τον πατέρα (έχει σχηματιστεί άλλη δικογραφία και γι' αυτόν) του φοιτητή Ορέστη Κατή που είχε χτυπηθεί με πλήγμα καράτε από αστυνομικό στον πνευμονοθώρακα και υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Κολωνού, χτυπήθηκε και αυτή. Ο Μιχ. Ρίζος, γιατρός, που αναφέρθηκε στη στάση της αστυνομίας, έκανε λόγο για δολοφονικό χτύπημα με το γόνατο στο στήθος του πατέρα του φοιτητή, ενώ και τον ίδιο προσπάθησαν να συλλάβουν επειδή ρωτούσε γιατί συνέλαβαν τον φοιτητή.

Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από λίγες μέρες αθωώθηκε ο διαδηλωτής, μέλος της διοίκησης του Συνδικάτου Μετάλλου Αττικής Λάμπρος Χατζάρας, επίσης για την κινητοποίηση του Πολυτεχνείου το 2020. Σημειωτέον, είχε ασκηθεί δίωξη πάλι με αστήρικτες και αβάσιμες κατηγορίες για «απόπειρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης» και «βία κατά υπαλλήλου». Ενώ ο αστυνομικός της ομάδας «Δράση», μάρτυρας κατηγορίας, ισχυρίστηκε ότι ο συνδικαλιστής συνελήφθη γιατί βρισκόταν ανάμεσα σε πλήθος συγκεντρωμένων που ...πετούσε πέτρες... Ο αστυνομικός, επίσης, ισχυρίστηκε ότι «λόγω καραντίνας ο κόσμος δεν μπορούσε να μείνει σπίτι» (!) και γι' αυτό είχαν κάνει συγκέντρωση, υποκρινόμενος ότι δεν ήξερε πως υπήρχαν συγκεντρώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου